Page 81 - teyxos_13

 

 

 

 

 

Page 81 - teyxos_13
P. 81
I didn’t stop to look at the Στην Γ’ Λυκείου τα παιδιά θα ζητήσουν να πάμε πενταήμερη στο
lighted shop windows, nor εξωτερικό. Είναι λέει πιο φτηνά κι από δω! Δεν ξέρω, δε μιλάω.
at the well-dressed women Αν είναι όμως να πάμε, στην επιστροφή θα περάσουμε απ’ το Κα-
holding magic tickets in their φέ που δουλεύει η αδελφή μου. Θα περιμένει κι αυτή να δει το
hands and waiting in a line πρόσωπό μου χαρούμενο. Θα κεράσει καφέ. Θα της τα πω με λε-
at the check-in. Ι had made a πτομέρειες για να τα ξαναζήσω. Όλα όσα θέλει ν’ ακούσει. Για το
decision. I wanted to kiss that παράθυρο δίπλα στο φτερό, για το θόρυβο απ’ τις τουρμπίνες, τις
far away expression on her βοηθητικές ρόδες στην προσγείωση, το φαγητό στα πλαστικά πια-
lips. Here, in arrivals. τάκια, τις αεροσυνοδούς. Αυτά ξέρω, αυτά λέω.
Εννοείται ότι πρώτα πρέπει να έχω μαζέψει λεφτά για το εισιτή-
γάρα από το duty free, μουρμούριζε ο πατέρας, ούτε ένα μπλουζάκι ριο. Τώρα που το σκέφτομαι δεν έχω ούτε βαλίτσα. Σκέψου να της
για την αδελφή μου. Εγώ περίμενα μόνο να δω τις αντιδράσεις του κολλήσουν ταμπελίτσα με προορισμό κι ονοματεπώνυμο. Άσε που
όταν θα μας έβλεπε. Μικρός ήμουν, αναρωτιόμουν αν θα έκλαιγε. θα χρειαστώ και μερικά ρούχα της προκοπής γιατί όλοι θα κάνουν
Μπα.. χαιρέτησε τυπικά και μας άφησε όλους κόκκαλο. το κομμάτι τους. Παπούτσια έχω. Ευτυχώς σταμάτησε να μεγαλώ-
Χθες η αδελφή μου μας μάζεψε για να μας πει τα νέα. Έχει ενθου- νει το πόδι μου. Θα πάρω μαζί μου ένα λεξικό. Δανεικό. Να μπο-
σιαστεί μ’ αυτόν τον τύπο και τη δουλειά του. Την άκουσα που του ρώ να πω τα βασικά άμα χρειαστεί.
ζητούσε να πάει να συμπληρώσει κι αυτή μια αίτηση για να την πά- Έχω ακούσει ότι όταν απογειώνεται τ’ αεροπλάνο, είναι όπως όταν
ρουν εκεί. Η μάνα συμφώνησε. Ο πατέρας είπε να την πάει με τ’ είσαι στο λούνα παρκ στα ψηλά της ρόδας και ζαλίζει λίγο. Δε με
αυτοκίνητο για να δει από κοντά τ’ αφεντικά. Καλά θα είναι μωρέ νοιάζει. Αρκεί να μπω. Να τα μικρύνω όλα, πάνω στη ζάλη μου,
απ’ το τίποτα, σκέφτομαι. Όλο και κάτι θα δίνει και σε μένα για χαρ- σαν να ‘χω τη δύναμη να γίνω ο Θεός του Τίποτα. Ένας μισοζαλι-
τζιλίκι, άμα την πάρουν. Για ένα σινεμά. Για μία πίτσα με τα παιδιά. σμένος μόνο, που πετάει στα ουράνια αντί να σέρνεται στη μαυρί-
Το πόστο του Καφέ είναι ακριβώς απέναντι από την πόρτα των λα. Και που ξέρεις, μπορεί να διαλέξω αυτό για επάγγελμα. Έστω
αφίξεων. Καλύτερα, είπε η αδελφή μου όταν πρωτοπήγε. Θέλω να να πηγαινοέρχομαι για τις βαλίτσες. Άμα μ’ άκουγε η μάνα θα μου
βλέπω χαρούμενα πρόσωπα. Ν’ αγκαλιάζουν τους δικούς τους και ‘ριχνε σφαλιάρα.
τα δάκρυα να είναι χαράς. Εγώ πάλι σκεφτόμουν ότι στις «ήξεις» «Τα πιάσαμε και τα δύο αεροδρόμια», είπε ο πατέρας χαρούμενος
έχει περισσότερο ενδιαφέρον. Μπορείς να τρυπώσεις και να εξα- όταν την πήρε τη δουλειά στο Καφέ. Τα όνειρα μας ξέφυγαν μόνο.
φανιστείς από δω όταν έρθουν τα δύσκολα. Η μάνα λέει, ότι τώρα Εμείς εδώ, με τα πόδια στο έδαφος, συμπλήρωσα κι έτριβα τα μά-
είναι τα δύσκολα και καλά θα κάνουμε να το χωνέψουμε. Ο πατέρας τια μέχρι που κοκκίνισαν. Η μάνα ήρθε κοντά μου και είπε «μην
λέει πως δεν μπορείς να χωνέψεις αν δεν έχεις φάει. Μαζί μένου- κλαις παιδάκι μου». Η αδελφή μου με χτύπησε συνθηματικά με
με, μαζί τρώμε, αλλά τον χρόνο αλλιώς τον καταλαβαίνουμε. Στη την γροθιά της στο μπράτσο. Δεν μίλησα. Τι να πω. Ούτε έκλαιγα,
μοιρασιά βλέπω μπροστά, ο πατέρας πίσω κι η μάνα ίσα στο τώρα. ούτε χαιρόμουν. Απλώς ένα ματοτσίνορο είχε μπει στο μάτι μου
Τα όνειρα μας θρέφουν, του λέω και φεύγω από μπροστά του για- και προσπαθούσα να το βγάλω.
τί έτοιμη την έχει την σφαλιάρα. Τα βράδια γελάμε με την αδελφή Πήγα όταν έβρεχε. Κλασικά, κοπάνα. Δεν ήξερα πού ακριβώς ήταν
μου. Της αρέσει να μου περιγράφει τους ταξιδιώτες κι εγώ να σχο- το Καφέ που δούλευε η αδελφή μου. Πήρα μαζί μου την κοπελιά
λιάζω. Τους φαντάζομαι να ξεροβήχουν όταν είναι η πρώτη τους απ’ το σχολείο γιατί μόνο αυτήν ήθελα. Χωρίς βαλίτσες. Μόνο μ’
φορά. Να γυρνούν μόνο το βλέμμα προς όλες τις κατευθύνσεις. ένα πεντάευρω και κάτι ψιλά. Την είδα που κοιτούσε τα μπουκα-
Όχι το κεφάλι για να μη φανεί στους άλλους η ασχετοσύνη τους. λάκια καλλυντικών και τα κραγιόν που έπεφταν στη σακούλα με
Κάποια μέρα θα μπω στ’ αεροπλάνο. Δεν ξέρω για πού. Θα ρωτή- τις «απαγορευμένες» αποσκευές που είχαν μαζί τους οι ταξιδιώ-
σω την κοπελιά στο σχολείο να μου πει από πού να ξεκινήσω, άμα τες. Την κατάλαβα. Κοίταξα αριστερά στο βάθος πίσω απ’ τα κε-
κερδίσω το λόττο. Μια δεύτερη γνώμη μετράει. Κάπου που να μην φάλια όσων πηγαινοέρχονταν. Βρήκα τον πιο δυστυχισμένο και το
κάνει κρύο. Κάπου που να μη λιώνω. βλέμμα έμεινε εκεί. Κρατούσε μια γυναίκα απ’ το πιγούνι και τη
Η αδελφή μου φαντάζεται ό,τι της λένε. Εγώ τα πασπαλίζω με ζά- φιλούσε πότε στα μάγουλα πότε στα χείλη. Από μέσα μου έλεγα,
χαρη. Είναι καλύτερα. Θα πάω στο αεροδρόμιο να τα δω με τα μά- όχι στα μάτια φίλε.
τια μου. Θα καθίσω πίσω απ’ τον πάγκο και θα βλέπω την πόρτα Τράβηξα τη δικιά μου απ’ το χέρι κι άνοιξα το βήμα όσο πιο γρή-
ν’ ανοιγοκλείνει. Οι άνθρωποι θα εξαφανίζονται σαν να τους έχει γορα γίνονταν μέχρι να φτάσω στις αφίξεις. Προσπέρασα τον πί-
καταπιεί ηλεκτρική σκούπα. Η αίθουσα θα ξαναγεμίζει, όπως τα νακα ανακοινώσεων χωρίς να ρίξω ούτε ματιά. Με ρωτούσε γιατί
ψίχουλα στην κουζίνα μας που δεν προλαβαίνει να μαζέψει η μά- βιαζόμουν, αλλά δεν είπα λέξη. Όλα ήταν μπερδεμένα γύρω μου,
να γιατί ασχολείται με τα ψίχουλα των άλλων. μέσα μου. Μύριζαν αρώματα από τα καταστήματα, αλλά το δικό
της είχε πλημμυρίσει τα ρουθούνια. Αναγγελίες στα αγγλικά και
στα ελληνικά άλλαζαν τις κασέτες του μυαλού μου με ταχύτητα.
Όλος ο κόσμος τόσο μικρός, σκέφτηκα αστραπιαία. Δε στάθηκα
ούτε στις φωτισμένες βιτρίνες, ούτε στις καλοφτιαγμένες γυναί-
κες με τα μαγικά χαρτάκια στα χέρια που περίμεναν στις ουρές
μπροστά από τον γκισέ.
Είχα αποφασίσει. Εκεί ήθελα να φιλήσω την αλλοπαρμένη έκφρα-
ση των χειλιών της. Στις αφίξεις.

81
   76   77   78   79   80   81   82   83   84   85   86